Συνήθως τα κείμενα που αναφέρονται στην Κορέα ξεκινούν από
τον εμφύλιο πόλεμο. Ωστόσο καλό είναι να δούμε τι είχε προηγηθεί για να
φτάσουμε σε αυτό τον πόλεμο. Η Κορέα χώρα με μακραίωνη ιστορία υπήρξε για
αιώνες επαρχία της Κινεζικής Αυτοκρατορίας. Στη συνέχεια υποτάχθηκε στην
Ιαπωνία μετά την ήττα της Κίνας στον Σινο-Ιαπωνικό πόλεμο του 1894. Το 1905 η κορεάτικη χερσόνησος μετατράπηκε σε
ιαπωνικό προτεκτοράτο και το 1910 προσαρτήθηκε πλήρως στα εδάφη της Ιαπωνικής
Αυτοκρατορίας, όπου και παρέμεινε μέχρι την ήττα της Ιαπωνίας το 1945. Το 1943 στη συνάντηση της Τεχεράνης μεταξύ του Αμερικανού προέδρου
Ρούζβελτ του Βρετανού Πρωθυπουργού Τσώρτσιλ και του ηγέτη της Σοβιετικής Ένωσης
Στάλιν, συμφώνησαν μεταξύ άλλων και για την Κορέα ότι θα ήταν ένα
ανεξάρτητο κράτος. Οι επόμενες δύο συναντήσεις του 1945 σε Γιάλτα τον
Φεβρουάριο και Πότσδαμ τον Ιούλιο επικύρωσαν την απόφαση της Τεχεράνης. Μετά
την ρίψη της δεύτερης ατομικής βόμβας το Ναγκασάκι, στις 9 Αυγούστου 1945, όλα
έδειχναν ότι σύντομα η Ιαπωνία θα συνθηκολογούσε. Τα στρατεύματα της Σοβιετικής
Ένωσης, που μάχονταν τις ιαπωνικές δυνάμεις στη Μαντζουρία, κινήθηκαν στην
χερσόνησο της Κορέας. Ήταν η ευκαιρία για τον Στάλιν να καταλάβει ολόκληρη τη
χώρα, αφού τα Αμερικάνικα στρατεύματα απείχαν πάνω από 1.000 χιλιόμετρα στη
νήσο Οκινάουα και ήταν αδύνατον να αποτρέψουν την εισβολή. Όμως ο Στάλιν,
πιστός για ακόμη μια φορά στις συμφωνίες με τους συμμάχους του, δεν προχώρησε
τη δεδομένη στιγμή στην κατάληψη της χώρας αλλά συμφώνησε με την Αμερικάνικη
πρόταση να χρησιμοποιηθεί ο 38ος παράλληλος ως «σύνορο» μιας ζώνης
επιρροής των ΗΠΑ στο νότο και της ΕΣΣΔ στο βορρά. Από τότε ουσιαστικά και πριν
ακόμη ελευθερωθεί η χώρα από τους Ιάπωνες έγινε η διχοτόμησή της. Ο Στάλιν
δέχτηκε την πρόταση των ΗΠΑ χωρίς καμιά αντίρρηση. Οι Σοβιετικοί εισήλθαν στην
Πιόνγκ Γιάνγκ στις 24 Αυγούστου και οι Αμερικάνοι στη Σεούλ στις 9 Σεπτεμβρίου.
Το σχέδιο έκανε λόγο για μια πενταετή παρουσία των δύο υπερδυνάμεων στην Κορέα
που θα προετοίμαζαν την ίδρυση ενός ενιαίου κράτους. Μετά την αποχώρηση των
Ιαπώνων ο Γιο Ον Ιόνγκ, ένας μετριοπαθής πολιτικός ανέλαβε την προετοιμασία για
τη σύσταση μιας κυβέρνησης στη χώρα. Αμέσως προχώρησε στη σύσταση μιας
Επιτροπής που θα είχα σαν πρωταρχικό ρόλο να συσπειρώσει τις δεκάδες τοπικών
λαϊκών «κομιτάτων» που είχαν σχηματίσει μόνοι τους οι Κορεάτες κυρίως στις
αγροτικές περιοχές. Τα κομιτάτα αυτά, πριν ακόμη εμφανιστούν οι δύο
υπερδυνάμεις στη χώρα, εμπεριείχαν τάσεις και πολιτικές ιδεολογίες όλων των
αποχρώσεων. Οι εθνικιστές και οι σοσιαλιστές διαδραμάτιζαν σημαντικό ρόλο ενώ
οι κομμουνιστές ήταν μειοψηφία ως δύναμη. Τελικά σαν αρχηγός της κυβέρνησης
επιλέχτηκε ένας εθνικιστής πολιτικός ο Σίνγκμαν Ρι που ήταν αντικομουνιστής και
ήθελε να έχει καλές σχέσεις με τις ΗΠΑ. Όμως αναγκασμένος να υπακούσει στις
σοσιαλιστικές ιδέες των λαϊκών «κομιτάτων» προχώρησε στην ίδρυση της Λαϊκής
Δημοκρατίας της Κορέας. Το πρόγραμμα της κυβέρνησης δημοσιοποιήθηκε τις
επόμενες ημέρες και περιείχε μεταξύ άλλων την αναδιοργάνωση του αγροτικού τομέα
(μοίρασμα των μεγάλων αγροκτημάτων στους μικροκαλλιεργητές), την εθνικοποίηση
των μεγάλων βιομηχανιών, τον ορισμό κατώτατου μισθού και ανώτατου ωραρίου
εργασίας (τρέμε νεοφιλελεύθερε προδότη Σαμαρά) και την αναδιανομή των πρώην
αποικιοκρατικών ιδιοκτησιών στους Κορεάτες. Έτσι ενώ πριν λίγους μήνες είχαμε
την πτώση του Βερολίνου, εμφανιζόταν από το πουθενά σε μια χώρα στην Άπω
Ανατολή, που μόλις απελευθερώθηκε, η πολιτική ιδεολογία που προήλθε από το
«πάντρεμα» του εθνικισμού και του σοσιαλισμού, την οποία με τόσο μένος
πολέμησαν οι σύμμαχοι στην Ευρώπη. Λίγες ημέρες μετά την εγκατάσταση των
Αμερικανικών στρατευμάτων στη Σεούλ ο διοικητής του στρατηγός Τζων Ρ Χοτζ δεν
δέχθηκε να αναγνωρίσει την κορεατική κυβέρνηση που προερχόταν από τα λαϊκά «κομιτάτα».
Οι Αμερικάνοι δικαιολόγησαν αυτή την απόφαση υποστηρίζοντας ότι τα «κομιτάτα»
είχαν διαβρωθεί από τους κομμουνιστές (ουσιαστικά οι ΗΠΑ ποτέ ιστορικά δεν
συμμάχησαν με εθνικιστικά κινήματα αλλά με εθνικόφρονες ηγετίσκους). Οι
Αμερικάνοι πιστοί στην φιλελεύθερη οικονομική ιδεολογία τους στήριξαν την
ανοικοδόμηση της χώρας στις μεγάλες γαιοκτησίες και τα μεγάλα επιχειρηματικά
συγκροτήματα. Ο Αμερικάνος στρατηγός συμπεριφερόταν σαν διοικητής μια δύναμης
κατοχής στη χώρα. Στο μεταξύ οι Σοβιετικοί, με την στρατιωτική παρουσία τους
στο βόρειο τμήμα της χώρας, προσπαθούσαν να αναδιοργανώσουν τα «κομιτάτα»,
ενισχύοντας την παρουσία και την επιρροή των κομμουνιστών σε αυτά και
εξοβελίζοντας τους λεγόμενους αντιφρονούντες. Έπρεπε να βρεθεί όμως και ένας
Κορεάτης ηγέτης. Εκεί ο Στάλιν αποφάσισε να επιλέξει τον Κιμ Ιλ Σουνγκ, που
υπήρξε αξιωματικός της 88ης Στρατιάς του Ερυθρού Στρατού. Θεωρήθηκε
πιο κατάλληλος από τον Γενικό Γραμματέα του Κομουνιστικού Κόμματος Κορέας (ΚΚΚ)
Πακ Χουήν Γιούνγκ, που ήταν συνδεδεμένος με
το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα της Τρίτης Κομμουνιστικής Διεθνούς ή Κομιντέρ
(αν και προσκείμενης στον Στάλιν), γιατί θεώρησε ο ηγέτης της ΕΣΣΔ ότι δεν ήταν απόλυτα
ελεγχόμενος από αυτόν. Αντίθετα ο Κιμ αν και δεν είχε καθόλου ιδεολογική κατάρτιση ήταν ουσιαστικά ηγέτης της πράξης. Ενδιαφερόταν πρωτίστως για τη σύνδεση της
χώρας του με την ΕΣΣΔ και όχι για την εφαρμογή της μαρξιστικής ιδεολογίας. Ήταν
αυτό που ήθελαν οι Σοβιετικοί εκείνη τη χρονική στιγμή. Τον παρουσίασαν στις 14
Οκτωβρίου 1945 στους Κορεάτες σαν ήρωα του πολέμου και τον προώθησαν με
ταχύτητα να αναλάβει την ηγεσία του τοπικού κομμουνιστικού κόμματος. Ο Κιμ
ίδρυσε μυστικά τον Βόρειο Τομέα που στη συνέχεια μετονομάστηκε σε Κομμουνιστικό
Κόμμα της Βόρειας Κορέας και στη συνέχεια έγινε ανεξάρτητο από το ενιαίο ΚΚΚ
της Σεούλ. Έτσι έγινε ακόμη ένα βήμα στην πλήρη διχοτόμηση της χώρας. Στη
συνέχεια ενώθηκε με κάποιους αριστερούς Κορεάτες (δεν είχαν καμιά σχέση με τον
κομμουνισμό), που είχαν καταφύγει στην Κίνα και ίδρυσαν από κοινού το Εργατικό
Κόμμα της Βόρειας Κορέας, το οποίο κυβερνά μέχρι σήμερα. Την ίδια στιγμή στο
νότο, από τη στιγμή που οι Αμερικάνοι διέλυσαν την Λαϊκή Δημοκρατίας της
Κορέας, εγκαθίδρυσαν στρατιωτική κυβέρνηση. Αντιδρώντας στην στρατιωτική
κυβέρνηση οι Κορεάτες ξεκίνησαν κινητοποιήσεις με σημαντικότερη τη διαδήλωση
των εργατών του σιδηροδρόμου στο Πουσάν. Η καταστολή της διαδήλωσης προκάλεσε
γενική απεργία τον Σεπτέμβριο του 1946. Η κατάσταση ξεφεύγει από τον έλεγχο
όταν τον Μάρτιο του 1948 το Εργατικό Κόμμα της Νότιας Κορέας καλεί τον λαό να
μποϋκοτάρει την απόφαση για διενέργεια εκλογών μόνο στο νότιο τμήμα της χώρας.
Η κυβέρνηση απαντά με μαζικές συλλήψεις του κόμματος. Στη νήσο Τσεζού, στις 3
Απριλίου, γίνονται διαδηλώσεις η στρατιωτική κυβέρνηση στέλνει 3.000 στρατιώτες
και ξεκινάνε συγκρούσεις. Οι εξεγερμένοι ζητάνε την επανένωση της χώρας και ακολουθεί
το καλοκαίρι του 1949 η «σφαγή του Τσεζού», υπό την ανοχή των Αμερικανικών δυνάμεων.
Οι νεκροί από τις συγκρούσεις έφτασαν τους 30.000 σε ένα συνολικό πληθυσμό
300.000 κατοίκων στο νησί, δηλαδή σφάχτηκε το 10% του πληθυσμού.
Η φωτογραφια νομιζω πως ειναι απο Κινεζικη παρελαση.
ΑπάντησηΔιαγραφή