Όλοι γνωρίζουν τις απεργίες του
Σικάγου στις ΗΠΑ όμως λίγοι γνωρίζουν τους απεργιακούς αγώνες που έδωσαν οι Έλληνες.
Η πρώτη απεργία στην Ελλάδα έγινε λίγα χρόνια μετά την επανάσταση του 1821.
Συγκεκριμένα έγινε το Μάρτιο του 1826 από τους τυπογράφους εργαζόμενους στην
Εθνική Τυπογραφία (το Εθνικό Τυπογραφείο της εποχής) και ένας από τους πρωταγωνιστές,
ο «εργοδότης» της συγκεκριμένης περίπτωσης θα μπορούσαμε να πούμε, ήταν μια
ξεχωριστή προσωπικότητα της ελληνικής ιστορίας: ο κληρικός Θεόκλητος
Φαρμακίδης. Γράφει λοιπόν για την απεργία ο Σκιαδάς: «Πρόκειται για την απεργία
των Τυπογράφων της Εθνικής Τυπογραφίας στο Ναύπλιο, το Μάρτιο του 1826. Αίτημα
των απεργών ήταν η καταβολή των δεδουλευμένων μισθών τους, που ο επιστάτης της
Εθνικής Τυπογραφίας, Θεόκλητος Φαρμακίδης, «ξεχνούσε» να καταβάλλει στην ώρα
τους, και όταν αποφάσιζε να πληρώσει, πλήρωνε με «εθνικές ομολογίες» που δεν
εξαργυρώνονταν παρά σε εξευτελιστικές τιμές από τους επιτήδειους της πιάτσας.
Οι τυπογράφοι της Εθνικής Τυπογραφίας στο Ναύπλιο, δεν διέθεταν κανέναν άλλο
πόρο πέρα από το μισθό τους ως υπάλληλοι του Δημοσίου και φυσικά κατέληξαν σε
αυτή την απόφαση, αφού το μαχαίρι -η πείνα- έφτασε στο κόκαλο. Αλλά στην τόσο
καθαρή αυτή ενέργεια των απεργών τυπογράφων ο Θεόκλητος Φαρμακίδης, από τον
οποίο ζήτησε πληροφορίες το υπουργείο Εσωτερικών, δεν δίστασε να χαρακτηρίσει
τον παλιό του συνεργάτη στην έκδοση της πρώτης Ελληνικής Εφημερίδος «Σάλπιγξ
Ελληνική» ως «συνωμότη» και «αποστάτη». Συγκεκριμένα ανέφερε τα εξής:
«Ο κύριος Κωνσταντίνος Δόμπρας,
τυπογράφος, ενωθείς μετά τινος Δημητρίου Βλαστού, εκίνησαν εις συνωμοσίαν και
αποστασίαν όλους τους ανθρώπους της Εθνικής Τυπογραφίας και όντως εις μίαν
ημέραν έμεινεν έρημος η Τυπογραφία. Διά την αποστασίαν λοιπόν των ανθρώπων
αυτών έμεινεν η Εθνική Τυπογραφία με τόσους ανθρώπους, ώστε δεν είναι πλέον
ικανή ουδέ διά την εφημερίδα της Διοικήσεως και κατά χρέος αναφέρομεν περί
τούτου εις το έξοχον Υπουργείον των Εσωτερικών»
Εν Ναυπλίω, 1826 Μαρτίου 18
Ο επιστάτης της Εθνικής
Τυπογραφίας Θεόκλητος Φαρμακίδης».
Το 1839 καταγράφονται τα πρώτα
επεισόδια στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Οι
φοιτητές της Ιατρικής ζήτησαν από τον καθηγητή Δημήτριο Μαυροκορδάτο να
παραδίδει το μάθημα πιο αργά, ώστε να προλαβαίνουν να κρατούν σημειώσεις.
Εκείνος αρνήθηκε και οι φοιτητές πραγματοποίησαν τριήμερη αποχή. Η Σύγκλητος
προχώρησε σε ανακρίσεις και καταδίκασε δύο από τους πρωταιτίους σε οκταήμερη
κράτηση.
Όμως αργότερα ακολούθησαν και δύο
εργατικές απεργίες στη Σύρο. Πρώτη ήταν η απεργία των εργατών του ναυπηγείου,
τον Φεβρουάριο του 1879, και δεύτερη, πιο μαχητική, η απεργία των
βυρσοδεψεργατών, λίγο αργότερα.
Τον Φεβρουάριο του 1879 ιδρύεται στη Σύρο το πρώτο εργατικό
σωματείο. Το συγκροτούν εργάτες των ναυπηγείων της Ερμούπολης. Η συριανή
εφημερίδα «Πατρίς» γράφει για την πρώτη απεργία των ναυπηγείων: «Έν βήμα έτι
προς την πρόοδον! Έχομεν εν Σύρω απεργίαν τετρακοσίων περίπου εργατών. Το
Ναυπηγείον αργεί». Η πρώτη αυτή απεργία στάθηκε νικηφόρα αλλά όχι για πολύ: οι
εργοδότες υποχώρησαν, αλλά στα κρυφά έφεραν εργάτες από άλλα νησιά και ένα μήνα
αργότερα πάτησαν το λόγο τους.
Η δεύτερη απεργία, των εργατών των
βυρσοδεψείων, είχε αιτήματα: α) να αυξηθούν οι μισθοί για να αντισταθμιστεί η
υποτίμηση, και β) να πληρώνονται σε γερό νόμισμα (πληρώνονταν σε ρώσικο
νόμισμα, που είχε μόλις υποτιμηθεί), γ) να καταργηθεί η κουτουράδα ( = κατ’
αποκοπή εργασία), δ) να ισοκατανέμεται η δουλειά ώστε να μη μένουν κάποιοι
άνεργοι, ε) να μειωθούν οι ώρες εργασίας (ήταν 12ωρο) και στ) να καταργηθεί η
δίωρη υποχρεωτική απλήρωτη εργασία της Κυριακής. Η απεργία αυτή ήταν πολύ
μαχητική, κάποιοι απεργοσπάστες έφαγαν γερό ξύλο, η αστυνομία έκανε επέμβαση,
τελικά όμως οι εργοδότες υποχώρησαν στα περισσότερα αιτήματα.
Ο Λυκούδης, που ήταν πρωτοδίκης
Σύρου, έγραψε αμέσως πύρινα άρθρα κατά των απεργιών, και 4 χρόνια αργότερα
τύπωσε το βιβλίο του, στο οποίο καταδικάζει τις απεργίες ως «αντικοινωνικές»
εκδηλώσεις. Ως το 1883, που γράφει ο Λυκούδης το βιβλίο, φαίνεται ότι οι
απεργίες είχαν εξαπλωθεί και στην Αττική, διότι στον πρόλογο διαβάζουμε: «Το
ατυχές εν τούτοις της Σύρου παράδειγμα δεν ίσχυσεν να αποτρέψει ομοίας αποπείρας,
διότι κατά το έτος τούτο (1883) αι των εργατών συστάσεις προς απεργίαν
αποτελούσιν εν Πειραιεί, Αθήναις και Λαυρεωτική την ημερησίαν διάταξιν εν τη
εξελίξει της νεαράς αρτιπαγούς και κλονιζομένης έτι… βιομηχανικής παραγωγής του
ημετέρου έθνους».
Τα Χριστούγεννα του 1888
πραγματοποιήθηκε η πρώτη οργανωμένη συγκέντρωση διαμαρτυρίας αγροτών. Στον
Πύργο της Ηλείας, μπροστά στο Δημαρχείο, συγκεντρώθηκε ένα μεγάλο πλήθος
σταφιδοκαλλιεργητών. Ύψωσε φωνή διαμαρτυρίας για τη βαριά φορολογία του
προϊόντος και των σκληρών φοροεισπρακτικών μεθόδων.
Στις 21 Αυγούστου 1916, στα τούνελ
των μεταλλείων, στο γραφικό νησί της Σέριφου των Κυκλάδων, ξεδιπλώθηκε μία από
τις τραγικότερες εργατικές εξεγέρσεις, με έξι νεκρούς στο πεδίο της μάχης.
Τέσσερις εργάτες και δύο χωροφύλακες. Η Σέριφος έχει μεταλλευτική παράδοση
αιώνων. Το 1885 ξεκινά μια σημαντική περίοδος εκμετάλλευσης του ορυκτού πλούτου
του νησιού, κυρίως του σιδηρομεταλλεύματος. Την επιχείρηση αναλαμβάνει η
γερμανική οικογένεια Γρόμαν. Δραματικές είναι οι συνθήκες εργασίας των
εκατοντάδων εργαζομένων στα τούνελ. Άργησε πολύ να ξεσπάσει η οργή των εργατών
και των οικογενειών τους. Μόλις στις 27 Ιουλίου του 1916 δημιουργήθηκε το
σωματείο τους. Στις 7 Αυγούστου του ίδιου χρόνου πραγματοποιείται η απεργία
τους. Στο νησί καταφτάνει μοίρα Χωροφυλακής, με διαταγή να καταπνίξει την
απεργία. Στους απεργούς δίνουν διορία πέντε λεπτών για να επανέλθουν στις στοές
και με την εκπνοή αρχίζουν οι πυροβολισμοί. Πέφτουν νεκροί οι Θεμιστοκλής
Κουζούπης, Μιχάλης Ζωϊλης, Μιχάλης Μητροφάνης, Γιάννης Πρωτόπαπας. Η σύρραξη
γενικεύεται. Συμμετέχουν πια γυναίκες και παιδιά. Ο Μοίραρχος Χρυσάνθου
λιθοβολείται μέχρι θανάτου. Άλλοι χωροφύλακες τραυματίζονται. Ο αστυνόμος
Σερίφου Τριανταφύλλου γκρεμίζεται από τα βράχια στη θάλασσα. Οι εργάτες πήραν
τα όπλα και κατευθύνθηκαν στα γραφεία της εταιρείας. Εκεί τους σταμάτησε
αλλόφρων ένας παπάς. Μπήκε μπροστά τους, άπλωσε τα χέρια του και φώναξε:
«Ειρήνη υμίν! Όχι άλλο αίμα, ρε παιδιά!».