Ο Γιούκιο Μισίμα (Yukio
Mishima) ήταν Ιάπωνας συγγραφέας και σκηνοθέτης. Γεννήθηκε στις 14 Ιανουαρίου 1925
και ήταν γόνος αριστοκρατικής οικογένειας. Το πραγματικό του όνομα ήταν Κιμτάκε
Χιραόκα. Είχε εκπαιδευτεί στο στρατό στις δυνάμεις αυτοάμυνας. Σκηνοθέτησε την
ταινία Τελετουργία του έρωτα και του θανάτου το 1965. Στις 25 Νοεμβρίου 1970,
αφού πρώτα παρέδωσε το τελευταίο του έργο «Εκπεσών Άγγελος», αυτοκτόνησε στο
Ιαπωνικό γενικό επιτελείο αυτοάμυνας.
Το 1964 άρχισε να συγγράφει το μεγαλύτερο αριστούργημά του,
την τετραλογία «Η θάλασσα της γονιμότητας», που συμπεριλάμβανε τις νουβέλες
«Χιόνι της άνοιξης», «Αφηνιασμένα άλογα» (που περιστρέφεται γύρω από την
αυτοκτονία σεπούκου), «Ο Ναός της αυγής» και «Εκπεσών άγγελος» (που
παραδόθηκε στον εκδότη την ημέρα του θανάτου του, 25 Νοεμβρίου 1970 και
κατάγγειλε την παρακμή της Ιαπωνίας και την απαξίωση των παραδοσιακών αξιών και
εξήρε την ουσία και ποιότητα των βουδιστικών φιλοσοφικών αρχών). Το 1965 έπαιξε
στην κινηματογραφική ταινία «Πατριωτισμός», στην οποία είχε γράψει ο ίδιος το
σενάριο με στόχο την ανάδειξη της αισθητικής και των προτύπων του
αριστοκρατικού ιαπωνικού Θεάτρου Νο.
Σε ηλικία μόλις 45 ετών και ενώ αναμενόταν να κερδίσει το
βραβείο Νόμπελ της Λογοτεχνίας, κατέλαβε με συντρόφους του το γραφείο του
διοικητή του στρατοπέδου Ichigaya, όπου από το 1966 γυμνάζονταν μετά από ειδική
άδεια τα μέλη της «Tatenokai» και αυτοκτόνησε με το τελετουργικό σεπούκου (χαρακίρι)
διαμαρτυρόμενος για τον εθνικό εκφυλισμό της πατρίδας του λόγω της αμερικανικής
πολιτικής και πολιτισμικής κατοχής. Προηγουμένως είχε προσπαθήσει ανεπιτυχώς να
διεγείρει στάση του στρατού με στόχο την συνταγματική αλλαγή και την «επιστροφή
της Ιαπωνίας στην πραγματική της μορφή» που είχε καταργηθεί μετά τον Β
Παγκόσμιο Πόλεμο και την αμερικανική κατοχή: «βλέπουμε την πατρίδα μας να
γλεντοκοπάει βυθισμένη στην ευμάρεια και να κολυμπάει στο χρήμα και την
πνευματική κενότητα. Πώς γίνεται όμως να έχει αξία η ζωή μέσα σε ένα περιβάλλον
όπου έχει πεθάνει το πνεύμα; Ζήτω ο αυτοκράτορας! Νομίζω ότι ούτε καν με
προσέχουν…» (τα τελευταία λόγια του).
Η εμπειρία του Β Παγκοσμίου
πολέμου, οι ατομικές βόμβες, η ταπεινωτική ήττα της πατρίδας του, η προσπάθεια
αμερικανοποίησης της Ιαπωνίας, επέδρασαν σημαντικά στην ζωή και , κατ’ επέκταση
στο έργο του και τον οδήγησαν στην παθιασμένη υπεράσπιση της Ιαπωνικής Εθνικής
Παράδοσης και του ηρωϊκού προτύπου του σαμουράι και αξιών, όπως η Τιμή και ο
Ηρωικός Θάνατος. Αντιστάθηκε και «πολέμησε» την δυτικοποίηση της Ιαπωνίας και
την προσπάθεια εξαφάνισης των ιαπωνικών ηρωικών ιδανικών και παραδόσεων. Το
1960 συμμετείχε στο μεγάλο αντιαμερικανικό κίνημα. Το 1967 υπέγραψε διαμαρτυρία
κατά της Πολιτιστικής Επανάστασης του Μάο. ΄Ίδρυσε έναν δικό του στρατό
σαμουράι , την «Εταιρεία της Ασπίδας» (Tatenokai), που απαρτιζόταν από
εθνικιστές νέους, με αποστολή την προώθηση των πιο πάνω ιδανικών και την
αντίσταση στην αμερικανική πολιτική, οικονομική, πνευματική κατοχή της πατρίδας
τους . Ο στρατός αυτός, μάλιστα, αναγνωρίστηκε και επισήμως. Λέγεται ότι ο
Μισίμα υπερασπιζόταν το πιο ακραίο, σκληρό και αυστηρό από τα τρία μπουσίντο. Στις
25 Νοεμβρίου 1970, το πρωί, ο 45 χρονος Μισίμα, αφήνει για τον εκδότη του τον
τελευταίο τόμο της αριστουργηματικής τετραλογίας του, με τίτλο «ο εκπεσών
άγγελος» στον οποίο κατήγγελλε την παρακμή της Ιαπωνίας και την περιφρόνηση των
παραδοσιακών αξιών. Μεταβαίνει μαζί με άλλα τέσσερα μέλη του στρατού του
Tatenokai - όλοι ντυμένοι με την παραδοσιακή ιαπωνική στολή των σαμουράι- στην
στρατιωτική βάση Ichigaya,( όπου από το 1966 γυμνάζονταν μετά από ειδική άδεια
τα μέλη του στρατού του) στο Τόκιο, στο αρχηγείο των ιαπωνικών Δυνάμεων
Αυτοάμυνας και καταλαμβάνουν το γραφείο του Διοικητή και συλλαμβάνουν ως όμηρο
τον στρατηγό Mishita. Αξιωματικοί προσπαθούν να απελευθερώσουν τον στρατηγό και
να συλλάβουν τον Μισίμα και τους συντρόφους του. Γίνονται μάχες σώμα με σώμα
και, τελικά ,οι αξιωματικοί απωθούνται. Εν τω μεταξύ, από κάτω συγκεντρώνονται
χίλιοι περίπου στρατιώτες. Δύο από τους συντρόφους του Μισίμα πετούν από το
μπαλκόνι του δευτέρου ορόφου όπου βρίσκονται, φυλλάδια που καλούσαν σε
επανάσταση για την αποκατάσταση της Ιαπωνίας. Μετά ο Μισίμα βγαίνει στο
μπαλκόνι και υπό τον ενοχλητικό θόρυβο των ελικοπτέρων που πετούσαν από πάνω ,
των συνεχών «κλικ» των φωτογραφικών μηχανών, εκφωνεί έναν εμπνευσμένο πύρινο
λόγο, προσπαθώντας να αφυπνίσει τους στρατιώτες, ώστε να αναλάβουν άμεσα δράση
για την συνταγματική αλλαγή και την «επιστροφή της Ιαπωνίας στην πραγματική της
μορφή» που είχε καταργηθεί μετά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο . Τους μιλά για «την
απόκλιση της Ιαπωνίας από τον δρόμο του σπαθιού». Από κάτω , όμως, οι αποχαυνωμένοι
από την αμερικανική πολιτική, πνευματική και πολιτισμική κατοχή, στρατιώτες δεν
ξεσηκώνονται, αλλά αδιαφορούν κι ακόμη χειρότερα, τον περιγελούν και τον
χλευάζουν. Τους φωνάζει:«βλέπουμε την πατρίδα μας να γλεντοκοπάει βυθισμένη
στην ευμάρεια και να κολυμπάει στο χρήμα και την πνευματική κενότητα. Πώς
γίνεται όμως να έχει αξία η ζωή μέσα σε ένα περιβάλλον όπου έχει πεθάνει το
πνεύμα;» Οι στρατιώτες μένουν απαθείς, αποδεικνύοντας την βαθιά ηθική και
πνευματική τους διάβρωση. Χαρακτηριστικά είναι τα λόγια που ψιθύρισε ο Μισίμα:
«Νομίζω ότι ούτε καν με προσέχουν…». Φωνάζει τρεις φορές : «Ζήτω ο
Αυτοκράτορας»! Ακολουθεί το τελευταίο στάδιο της αποστολής τους. Ο Μισίμα
μπαίνει μέσα και αυτοκτονεί με τον παραδοσιακό τρόπο τον Σαμουράι, τον
σεπούκου, διαμαρτυρόμενος, με αυτόν τον τραγικό τρόπο, για τον εκφυλισμό της
πατρίδας του. Το ίδιο θα κάνει και o υπαρχηγός του ο Μορίτα. Είναι 12:15 το
μεσημέρι. Οι υπόλοιποι τρεις συλλαμβάνονται. Στο αποχαιρετιστήριο ποίημά του,
το οποίο σύμφωνα με την ιαπωνική παράδοση έπρεπε να γράψει ο μελλοντικός
αυτόχειρας, έγραψε:
Μια μικρή νύχτα, θύελλα ξεσπά
Λέγοντας "η πτώση είναι η πεμπτουσία του άνθους"
Προτρέποντας αυτούς που διστάζουν.
Λέγοντας "η πτώση είναι η πεμπτουσία του άνθους"
Προτρέποντας αυτούς που διστάζουν.
Ο Εθνικιστής Γιούκιο Μισίμα (κατά
κόσμο Χιραόκα Κιμιτάκι) ενσαρκώνει την ίδια την παράδοση. Την διαχρονική
αλήθεια. Αφήνει τον κόσμο που λάτρεψε και μίσησε περισσότερο κι απ’ τον ίδιο
του τον εαυτό, το πρωί της 25ης Νοεμβρίου του 1970.
Φεύγει νωρίς, χωρίς να προλάβει να
δει αυτά που ακολουθούν στην αγαπημένη του πατρίδα. Την μιμητική προσπάθεια
δυτικοποίησης της χώρας του.
Η ηρωϊκή – παραδειγματική πράξη του (οι δύο που αυτοκτόνησαν
είχαν συντάξει τα ποιήματα θανάτου τους «jisei» προτού καν εισέλθουν στο
γραφείο του διοικητή) άφησε άφωνο και αμήχανο όλο τον δυτικοποιημένο και
εκχριστιανισμένο κόσμο, χαρακτηριστικό μάλιστα είναι ότι όταν ένας ρεπόρτερ της
εφημερίδας «Mainichi Shimbun» μετέδωσε τηλεφωνικά την είδηση στους
προϊσταμένους του πήρε την απάντηση «δεν μπορεί, γύρνα πίσω στην βάση και
έλεγξε ξανά την αλήθεια των όσων περιγράφεις».
Εμφανώς ο δυτικοποιημένος και υπό ευρεία ή στενή έννοια «εκχριστιανισμένος» κόσμος δεν κατάλαβε και, από ό,τι τουλάχιστον φαίνεται, ούτε θα καταλάβει ποτέ το γιατί ένας τόσο ευφυής άνθρωπος προχώρησε σε μία τέτοια «απέλπιδα» πράξη, διεκδικώντας να πετύχει έναν «αναχρονισμό». Πάρα πολλοί αμερικανοποιημένοι εγκέφαλοι, ίδιοι με τους βαριεστημένους ένστολους του στρατοπέδου Ichigaya που τον χλεύαζαν ενώ τους μιλούσε, προχώρησαν μάλιστα ακόμα και σε χυδαίες ψυχολογικές και σεξουαλικές «ερμηνείες» της ακατανόητης για τον δικό τους κώδικα αξιών πράξης του Μισίμα.
Εμφανώς ο δυτικοποιημένος και υπό ευρεία ή στενή έννοια «εκχριστιανισμένος» κόσμος δεν κατάλαβε και, από ό,τι τουλάχιστον φαίνεται, ούτε θα καταλάβει ποτέ το γιατί ένας τόσο ευφυής άνθρωπος προχώρησε σε μία τέτοια «απέλπιδα» πράξη, διεκδικώντας να πετύχει έναν «αναχρονισμό». Πάρα πολλοί αμερικανοποιημένοι εγκέφαλοι, ίδιοι με τους βαριεστημένους ένστολους του στρατοπέδου Ichigaya που τον χλεύαζαν ενώ τους μιλούσε, προχώρησαν μάλιστα ακόμα και σε χυδαίες ψυχολογικές και σεξουαλικές «ερμηνείες» της ακατανόητης για τον δικό τους κώδικα αξιών πράξης του Μισίμα.